Οπως τονίζει ο κόσμος βιώνει ραγδαίες γεωπολιτικές και οικονομικές αλλαγές, με τις μεγάλες δυνάμεις να αναπροσαρμόζουν τις στρατηγικές τους. Η Ρωσία εμφανίζεται αδύναμη να επιβάλει την επιρροή της, ενώ η Κίνα, αν και ισχυρή οικονομικά, αντιμετωπίζει εσωτερικές προκλήσεις. Η Ευρώπη παραμένει κατακερματισμένη, ενώ η Μέση Ανατολή συνεχίζει να αποτελεί εστία γεωπολιτικής αστάθειας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, διατηρώντας την παγκόσμια ηγεμονία, αλλάζουν τακτική, υιοθετώντας μια πιο έμμεση προσέγγιση στην άσκηση ισχύος.
Η ισχύς ενός κράτους στηρίζεται σε τρεις βασικούς πυλώνες: οικονομική δύναμη, στρατιωτική ικανότητα και εθνική συνοχή. Η Ευρωπαϊκή Ένωση υπερέχει στη βιομηχανική παραγωγή σε σχέση με τις ΗΠΑ, με δυνατότητα ανάπτυξης της αμυντικής της βιομηχανίας. Ωστόσο, ο κατακερματισμός και η υποεπένδυση στην άμυνα περιορίζουν τις στρατιωτικές της δυνατότητες. Η ανάγκη για ενιαίο πλαίσιο στρατιωτικής παραγωγής και ενίσχυση των επενδύσεων στην άμυνα είναι επιτακτική.
Η Γερμανία ηγείται αυτής της στροφής, με ένα φιλόδοξο εξοπλιστικό πρόγραμμα 500 δισ. ευρώ, εγκαταλείποντας τη δημοσιονομική αυστηρότητα του παρελθόντος. Οι αγορές ανταποκρίνονται θετικά, ενισχύοντας τις ευρωπαϊκές μετοχές στον αμυντικό τομέα. Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτείνει χρηματοδοτικά εργαλεία για την αμυντική ενίσχυση των κρατών-μελών.
Η τεχνητή νοημοσύνη (ΤΝ) αλλάζει ριζικά τον χαρακτήρα των στρατιωτικών συγκρούσεων. Η ανάπτυξη έξυπνων όπλων, αυτόνομων συστημάτων και αλγορίθμων μάθησης δίνει στρατηγικό πλεονέκτημα στα κράτη που θα επενδύσουν έγκαιρα. Η ΤΝ ενισχύει την κυβερνοασφάλεια, τη στρατιωτική επιτήρηση και την αποτροπή επιθέσεων.
Η ΕΕ καλείται να αναπτύξει όχι μόνο στρατιωτική ισχύ αλλά και τεχνολογική υπεροχή στην ΤΝ, όπως επισημαίνει και η έκθεση Ντράγκι. Αν επιτύχει την ισορροπία ανάμεσα στην οικονομική ανάπτυξη, την αμυντική αυτάρκεια και την τεχνολογική καινοτομία, μπορεί να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της νέας παγκόσμιας τάξης.