Η συνεχής άνοδος της τιμής του χρυσού από τις αρχές του 2025, με αποκορύφωμα τα 2.900 δολάρια, αντικατοπτρίζει την έντονη ζήτηση και την ανάγκη των επενδυτών για ασφαλή καταφύγια εν μέσω γεωπολιτικής και οικονομικής αβεβαιότητας. Σύμφωνα με τους αναλυτές, τέσσερις κύριοι λόγοι συντηρούν και ενισχύουν αυτή την τάση.
Πρώτον, η παραγωγή χρυσού δεν επαρκεί για τη ζήτηση, με αποτέλεσμα τα αποθέματα να εξαντλούνται γρήγορα, διατηρώντας τις τιμές υψηλές.
Δεύτερον, οι κεντρικές τράπεζες ενισχύουν τις αγορές φυσικού χρυσού, στο πλαίσιο στρατηγικής διαφοροποίησης και αποδολαριοποίησης, με την Κίνα να πρωτοστατεί.
Τρίτον, οι ιδιώτες επενδυτές της Δύσης επιστρέφουν στον χρυσό, είτε με απευθείας αγορές είτε μέσω ETFs που επιτρέπουν ευρεία πρόσβαση, χωρίς την ανάγκη φυσικής κατοχής του μετάλλου. Οι αναλυτές, όπως αυτοί της CITI και της Bank of America, προβλέπουν περαιτέρω αύξηση της ζήτησης, καθώς ο χρυσός θεωρείται σταθερή επένδυση σε περιόδους κρίσης.
Τέταρτον, ο κίνδυνος επιβολής δασμών από τη νέα κυβέρνηση Τραμπ, αν και ο ίδιος ο χρυσός ίσως εξαιρεθεί, δημιουργεί φόβους εμπορικών πολέμων και κυρώσεων, ενισχύοντας τη φυγή κεφαλαίων προς το πολύτιμο μέταλλο. Ο κίνδυνος κατάσχεσης περιουσιών ωθεί χώρες και επενδυτές σε αποδολαριοποίηση, αυξάνοντας περαιτέρω τη σημασία του χρυσού.
Η γενικότερη μεταστροφή της παγκόσμιας επενδυτικής στρατηγικής από βραχυπρόθεσμο κέρδος σε μακροπρόθεσμη ασφάλεια, ενισχύει την εικόνα του χρυσού ως σταθερού περιουσιακού στοιχείου. Οι προβλέψεις για νέα ρεκόρ τιμών άνω των $3.300 επιβεβαιώνουν τη θέση του χρυσού ως επενδυτικού καταφυγίου, σε έναν κόσμο που ταλανίζεται από γεωπολιτική αστάθεια, πληθωριστικές πιέσεις, και την αναδυόμενη σκιά ενός νέου νομισματικού πολέμου.